Ακριβότερα από όλους τους άλλους Ευρωπαίους αγοράζουν οι Έλληνες βασικά
προϊόντα όπως το ψωμί, το γάλα και τον καφέ. Αυτό αποκάλυψε πρόσφατη έρευνα
της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία έδωσε στη δημοσιότητα συγκριτικά
στοιχεία που φανερώνουν τη δυσμενή θέση στην οποία βρίσκονται οι Έλληνες
καταναλωτές σε σχέση με τους υπόλοιπους πολίτες της Ευρώπης των 27.
Συγκεκριμένα, η Ελλάδα κατέχει το απόλυτο ρεκόρ ακρίβειας στο ψωμί, που κοστίζει
1,31 ευρώ, με την Κύπρο να κατέχει τη δεύτερη θέση στο βάθρο της ακρίβειας (1,13
ευρώ). Παράλληλα, οι Έλληνες πίνουν τον πιο ακριβό καφέ σε σύγκριση με όλους
τους άλλους Ευρωπαίους, πληρώνοντάς τον 2,70 ευρώ, δηλαδή ακριβότερα ακόμα
και από τους Ελβετούς (2,31 ευρώ). Τέλος, το ασημένιο μετάλλιο ακρίβειας κατέχει η Ελλάδα και στο γάλα, που κοστίζει 1,31 ευρώ, ενώ το χρυσό μετάλλιο ανήκει στους
Ρουμάνους με 1,32 ευρώ.
Παράλληλα, οι Έλληνες καταναλωτές βρίσκονται σε χειρότερη θέση από το μέσο
Ευρωπαίο πολίτη και στην αγορά πετρελαιοειδών. Συγκεκριμένα, η τιμή της
αμόλυβδης βενζίνης διαμορφώνεται στα 332,36 ευρώ/1.000 λίτρα στην Ελλάδα, ενώ
ο μέσος όρος της Ευρώπης των 27 είναι 309,82 ευρώ/1.000 λίτρα. Εξάλλου,
εξωφρενικό είναι το γεγονός πως η αμόλυβδη ακολουθεί ανοδική πορεία στην
Ελλάδα, τη στιγμή που η τιμή του πετρελαίου μειώνεται συνεχώς στις διεθνείς
αγορές! Αυτό δε μπορεί παρά να αποδεικνύει πως οι τιμές των υγρών καυσίμων στην
Ελλάδα διαμορφώνονται περισσότερο από κερδοσκοπία, παρά από τις αντικειμενικές
ανάγκες των διεθνών αγορών.
Φόβος απέναντι στα... προϊόντα
Η έρευνα της Επιτροπής φανέρωσε ένα ακόμα ιδιαίτερα ανησυχητικό στοιχείο: το
συναίσθημα που κυριαρχεί στους Έλληνες καταναλωτές είναι... ο φόβος! Ο φόβος
προς τα ίδια τα προϊόντα που αγοράζουν, καθώς το 39% των Ελλήνων καταναλωτών,
ποσοστό που είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, έχουν σοβαρούς ενδοιασμούς
σχετικά με την ποιότητα των προϊόντων που αγοράζουν. Οι φόβοι τους δεν είναι
αβάσιμοι, καθώς το 42% των εμπόρων, το υψηλότερο ποσοστό σε όλη την Ευρώπη,
συμφωνεί ότι «τα περισσότερα από τα προϊόντα στην αγορά δεν είναι ασφαλή».
Παρά τη δυσαρέσκειά τους, ωστόσο, οι Έλληνες καταναλωτές δεν αντιδρούν
απέναντι στην κακή ποιότητα των προϊόντων που διατίθενται στη χώρα μας.
Συγκεκριμένα, ενώ το 18% των Ελλήνων δηλώνει ότι έχει «προσωπική
εμπειρία» από αγορά ελαττωματικού προϊόντος, μόνο το 8% από αυτούς
μπαίνουν στον κόπο να επιστρέψουν προϊόν ως ελαττωματικό. Το ποσοστό αυτό
είναι το δεύτερο χαμηλότερο σε ολόκληρη την Ευρώπη και αιτιολογείται από το
γεγονός πως οι Έλληνες καταναλωτές είναι εξ' αρχής πεπεισμένοι πως είναι
σχεδόν αδύνατο να βρουν το δίκιο τους.

Ράφια-παγίδες στα σούπερ μάρκετ και μάλιστα στα πιο εμφανή σημεία, είναι το
αγαπημένο μέρος για τους ιδιοκτήτες των καταστημάτων που επιχειρούν να βάλουν
στο καλάθι μας προϊόντα που δεν χρειαζόμαστε με «κομψό» τρόπο.
Τα ράφια-φιλέτα είναι αυτά που φιγουράρουν ακριβώς μπροστά στην είσοδο των
σούπερ μάρκετ με προσφορές προϊόντων που δεν είναι απαραίτητο να έχουμε ανάγκη
και το πιο πιθανό είναι να μη βρίσκονται στην αρχική λίστα με τα ψώνια της ημέρας.
Η στρατηγική διάταξης και τοποθέτησης των προϊόντων είναι ολόκληρη «επιστήμη»
για τους υπεύθυνους του μάρκετινγκ, καθώς τα εμφανή προϊόντα εξάπτουν την
επιθυμία μας να τα αγοράσουμε. Ακόμα και ένα επιπλέον προϊόν από κάθε πελάτη,
αποτελεί αξιόλογο έσοδο για τον ιδιοκτήτη.
Στόχο αποτελούν και τα παιδιά, τα οποία πολύ συχνά ζητούν απ’ τους γονείς
λιχουδιές, όπως σοκολάτες, καραμέλες και άλλα, οι οποίες βρίσκονται πολύ κοντά
στα ταμεία, όπου είναι ο χώρος αναμονής μέχρι να έρθει η σειρά μας.
Χαρακτηριστικό είναι το ύψος των συγκεκριμένων ραφιών, το οποίο επιτρέπει και σε
ένα μικρό παιδάκι να έχει πρόσβαση, ώστε να πιάσει στα χέρια αυτό που θα ζητήσει
αργότερα από τους γονείς του να του αγοράσουν.
Πολύ κοντά στις προσφορές βρίσκονται προϊόντα υγιεινής διατροφής και συχνά
απαραίτητα σε κάθε σπίτι, όπως φρούτα, λαχανικά και καθημερινά γαλακτοκομικά.
Έτσι, στους πελάτες δεν γίνεται ιδιαίτερα έντονη η ύπαρξη των «περιττών»
προϊόντων, τουλάχιστον τη στιγμή που γεμίζουν το καλάθι. Επιπρόσθετα, είναι το
σημείο απ’ όπου κάποιος θα ξεκινήσει τα ψώνια του.
Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί σε προσφορές, καθώς δεν είναι απαραίτητα
πάντα συμφέρουσες, ενώ μυρωδιές, όπως φρεσκοψημένο ψωμί διασπείρονται στους
διαδρόμους και βρίσκονται κάπου στο τέλος αυτών. Ο σκοπός της μυρωδιάς δεν είναι
μόνο να εξάψει την επιθυμία για αγορά, αλλά σπουδαίας σημασίας είναι και η
διαδρομή μέχρι το σημείο, όπου δεκάδες άλλα είδη μπαίνουν εμβόλιμα στο καλάθι.